Η άνοια οδηγεί σε ιδιαίτερες και συχνά δυσβάσταχτες καταστάσεις και καθημερινότητα για την οικογένεια και τα οικεία πρόσωπα του πάσχοντος. Αυτά, παρότι συχνά θέλουν να προσφέρουν και να κάνουν ότι είναι δυνατό για να αισθανθεί ο άνθρωπός τους καλύτερα, δυσκολεύονται στο να καταλάβουν πως μπορεί να γίνει αυτό στην πράξη. Αυτό γιατί υπάρχει δυσκολία στην κατανόηση του ατόμου.
Συχνά τα
άτομα με άνοια εκδηλώνουν ιδιόμορφες συμπεριφορές, έντονα συναισθήματα και
έχουν μια γενικότερη εικόνα που μπορεί να μην αντιπροσωπεύει τον χαρακτήρα και
τις συνήθειές τους. Για παράδειγμα κάποιος που ήταν ιδιαίτερα ήρεμος άνθρωπος
μπορεί τώρα να διαμαρτύρεται διαρκώς, να κλαίει συχνά και να γίνεται βίαιος, ή
κάποιος που ήταν πάντοτε καθαρός και κομψός να αρνείται να κάνει μπάνιο. Αυτές
οι στάσεις είναι δύσκολο να αντιμετωπιστούν από τους φροντιστές: παρά τις
προσπάθειές τους, η κατάσταση δεν αλλάζει και οι ίδιοι μπορεί να νιώσουν
ματαίωση, θλίψη, απόγνωση. Μπορεί να δοκιμάζουν διαφορετικούς τρόπους
διαχείρισης, και να μοχθούν για να νιώσει το άτομο καλά, μα αυτό να μην
επιτυγχάνετε.
Πιθανή λύση
είναι το να προσπαθήσει κανείς να κατανοήσει το ίδιο το άτομο- τι του
συμβαίνει, και πως βιώνει το ίδιο την κατάστασή του.
Αρχικά,
πρέπει κανείς να έχει υπ’ όψιν του τις αλλαγές που επέρχονται εξαιτίας της
νόσου. Η άνοια είναι μια πάθηση που εξασθενεί σταδιακά τον εγκέφαλο, ξεκινώντας
από κάποια σημεία αυτού (που αντιστοιχούν σε κάποιες λειτουργίες) και
προχωρώντας και στα υπόλοιπα. Έτσι, τα μέρη του εγκεφάλου που πλήττονται,
αποτελούν λειτουργίες που το άτομο σταδιακά χάνει- ξεκινώντας από τις πιο
περίπλοκες (όπως αφηρημένη σκέψη) και συνεχίζοντας στις πιο βασικές (όπως η
αναγνώριση του αισθήματος της πείνας). Το άτομο λοιπόν, που ήταν ως τότε λειτουργικό
πλήρως, πλέον χάνει κάποιες δυνατότητες που είχε. Αυτό του δυσκολεύει την
καθημερινότητα. Απλές δραστηριότητες που παλιότερα έκανε πλέον μοιάζουν
περίπλοκες- για παράδειγμα κάποιος που πάντοτε έβγαινε έξω βόλτες τώρα δεν
μπορεί καθώς υπάρχει κίνδυνος να χαθεί στον δρόμο, ή κάποιος που ήταν ιδιαίτερα
αυτάρκης τώρα να δυσκολεύεται στο να ντυθεί, και η διαδικασία του να κουμπώσει
μια ζακέτα μπορεί να του παίρνει πολύ ώρα. Αυτό το ‘χαμένο’ κομμάτι της
αντίληψης δυσκολεύει το άτομο αρκετά, γιατί το μεγαλύτερο μέρος της
καθημερινότητάς του είναι τώρα πιο πολύπλοκο και η εκτέλεση ακόμα και των πιο
απλών και συνηθισμένων δραστηριοτήτων απαιτεί προσπάθεια, συγκέντρωση και
προσοχή.
Ταυτόχρονα
αυτό επηρεάζει το άτομο και συναισθηματικά. Από την μία, μπορεί να κατανοεί τις
αλλαγές που βιώνει και να αισθάνεται άσχημα για αυτές. Συχνά τα άτομα με άνοια
νιώθουν άχρηστοι, και αναρωτιούνται ‘πως κατάντησαν έτσι’. Ειδικά εάν το άτομο
ζει με τον/ την σύζυγο, η διαφορά μεταξύ των δύο γίνεται εμφανής, κυρίως όταν
ο/ η σύζυγος μετατρέπεται σε κεντρικός φροντιστής του ατόμου. Για παράδειγμα,
ένας άντρας που ήταν πάντοτε υπεύθυνος για την οικογένεια τώρα πρέπει να
αποδεχθεί πως η σύζυγός του θα τον ντύνει κάθε πρωί και θα τον βοηθά στο
μπάνιο, και αυτό μπορεί να του μειώνει την αυτοπεποίθηση, αυτοεκτίμηση, και
αυτοσεβασμό. Σε βάθος χρόνου, αυτό μπορεί να προξενήσει αισθήματα κατάθλιψης,
άρνησης, και μα οδηγήσει σε δηλώσεις όπως ‘δεν θέλω να ζω πια!’
Από την
άλλη, από συναισθηματική άποψη, το άτομο εξαιτίας της αλλαγμένης αντίληψής του,
και των χαμηλότερων επιπέδων αυτής, μπορεί να εκδηλώνει και ιδιαίτερα
συναισθήματα. Τα συναισθήματά μας πηγάζουν από τον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε
τα πράγματα γύρω μας, έτσι εάν αλλάξει αυτός ο τρόπος, μπορεί να αλλάξει και το
ίδιο το συναίσθημα. Για παράδειγμα, κάποιος που ξυπνά το πρωί στο σπίτι του, μα
(λόγω αντίληψης) έχει ξεχάσει πως αυτό είναι το σπίτι του, μπορεί να νιώσει
φόβο, πανικό, τάσεις φυγής, και να προχωρήσει σε αντίστοιχες συμπεριφορές- για
παράδειγμα να φωνάζει, να ζητά βοήθεια, να παρακαλά να πάει στο σπίτι του, και
να προσπαθεί να ανοίξει κάθε πόρτα (ειδικά εάν δεν υπάρχει και κατάλληλη
αντίληψη της επικινδυνότητας).
Συνολικά,
πρέπει κανείς (όσο δύσκολο και αν είναι) να αποδεχθεί την κατάσταση- δηλαδή το
ότι αυτή είναι η αντίληψη του ατόμου, αυτές οι δυνατότητές του, και αυτά τα
αισθήματά του, και να προσπαθήσει να μπει στην θέση του βάση αυτού. Στο
παράδειγμα που το άτομο ζητά να πάει στο σπίτι του, συχνά οι φροντιστές
απαντούν προσπαθώντας να πείσουν το άτομο ότι όντως το μέρος που βρίσκετε είναι
το σπίτι του. Αυτό όμως δεν ταιριάζει διόλου με την αντίληψη του ίδιου, έτσι
νιώθοντας ότι τον κοροϊδεύουν ή τον ‘φυλακίζουν’ κάνει την κατάσταση χειρότερη.
Σε κάθε τι
που το άτομο εκφράζει (είτε με συμπεριφορά είτε με συναίσθημα) και μοιάζει
‘περίεργο’ στους φροντιστές, καλό θα ήταν εκείνοι να προσπαθούν πρώτα να βάλουν
τον εαυτό τους στην θέση του ατόμου, με τα δεδομένα του. Πως θα αισθανόμουν εάν
δεν με άφηναν να βγω έξω μόνος μου (ενώ εγώ θεωρώ ότι μπορώ)? Πως θα αισθανόμουν
εάν νιώθω μια ενόχληση στο στομάχι μου και δεν μπορώ να προσδιορίσω τι είναι
(ακόμα και εάν είναι η κοιλιά που γουργουρίζει από πείνα)? Τι θα σκεφτόμουν εάν
ξυπνούσα σε ένα μέρος που δεν μου φαίνεται γνωστό? Πως θα αντιδρούσα εάν
θεωρούσα ότι είμαι παιδί ή έφηβος και κάποιος άνω των εξήντα μου λέει πως είναι
ο/ η σύζυγός μου? Όσο παράλογα και εάν ακούγονται αυτά, είναι τα όσα έχει στο
νου του το άτομο, και τα θεωρεί ως δεδομένα. Έτσι ότι και να πει ή να κάνει
κανείς δεν μπορεί να του αλλάξει τα όσα εκείνο βιώνει ως πραγματικά. Θα
δεχόμουν εγώ ότι ο άγνωστος που προσπαθεί να με γδύσει βιαστικά είναι συγγενικό
μου πρόσωπο που θέλει να με κάνει μπάνιο? Θα δεχόμουν ότι ενώ νιώθω εντελώς
καλά, δεν είμαι και δεν μπορώ να κάνω πράγματα? Θα δεχόμουν ότι ενώ είδα τους
κλέφτες να μπαίνουν στο σπίτι μου, και τώρα δεν βρίσκω τα χρήματά μου, αυτό δεν
συνέβη παρά το φαντάστηκα?
Συχνά, η
αντίληψη των ατόμων με άνοια μοιάζει διαφορετική, περίεργη. Κλειδί για την
αντιμετώπιση ιδιόμορφων συμπεριφορών, συναισθημάτων και σκέψεων δεν είναι η
αντιπαράθεση με αυτές, μα η αποδοχή τους, σε μια προσπάθεια να καταλάβουμε τι
περνάει το άτομο την στιγμή εκείνη. Μια τέτοια στάση από τους φροντιστές και
τους οικείους μπορεί να αλλάξει την καθημερινότητα τόσο του ατόμου όσο και του
φροντιστή προς το καλύτερο, και να διατηρήσει την ουσιαστική επικοινωνία και
επαφή μεταξύ τους.
Zec R., F., Parks, R., W., Wilson, R., S., (1993). Neuropsychology of Alzheimer's Disease and Other Dementias, New York, USA, Oxford University Press
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου