Εχθές πήρα μέρος σε ένα σεμινάριο Κλινικής Ψυχολογίας. Εκεί, συζητήθηκαν οι παθήσεις, η διάγνωση, ο βέλτιστος τρόπος αντιμετώπισης. Η ώρα κυλούσε με ενδιαφέρον και ένιωθα πως κέρδιζα γνώσεις. Ώσπου στο τέλος ήρθε η ώρα των ερωτήσεων.
Ο καθένας σήκωνε το χέρι του και ρωτούσε- κάποια στιγμή ήρθε και η σειρά μιας νεαρής και συμπαθητικής κοπέλας με ψιλή φωνή. 'Να ρωτήσω κάτι... Αν έρθει κάποιος πελάτης στο γραφείο μου με διαφορετικές πεποιθήσεις από εμένα, τι κάνω?' εύλογη ερώτηση- που εύκολα κανείς μπορεί να δώσει απάντηση στην θεωρεία μα όχι στην πράξη. 'Λοιπόν βλέπεις αν εσύ η ίδια μπορείς να δουλέψεις μαζί του, αλλιώς από τις πρώτες συνεδρίες κιόλας καλό θα ήταν να τον παραπέμψεις' απαντά (σοφά σχεδόν) η εισηγήτρια. 'Και αν όπως δεν τον αντέχω εγώ έτσι δεν τον αντέχουν και άλλοι αυτόν τον πελάτη?' άλλη καλή απορία. 'Κάποιος θα τον αντέξει- ο κάθε θεραπευτής έχει το δικό του όριο για το τι μπορεί να διαχειριστεί και τι όχι'. 'Ναι, μα δεν είναι καθήκον μου να τον διορθώσω?'
Στο άκουσμα αυτών των λέξεων σχεδόν ανατρίχιασα από θυμό. Μα η κοπέλα δεν σταμάτησε εκεί, και δεν ήταν μόνη της πλέον- άλλα δύο άτομα από τους (οκτώ) συμμετέχοντες την υποστήριξαν. 'Αν μια γυναίκα πιστεύει πως οι άντρες πρέπει να δουλεύουν και εκείνη να κάθετε, αν κάποιος είναι υπερβολικά θρήσκος, αν κάποιος είναι ακροδεξιός? Δεν είναι καθήκον μας να τον διορθώσουμε? Να του πούμε πως τα πιστεύω του δεν είναι σωστά? Να βρούμε τι πρόβλημα έχει και φέρεται έτσι?'
Κάπου εκεί, και πάνω που είχε ανάψει το debate, δεν άντεξα να μην μιλήσω και εγώ: ' Όποιος έχει αντίθετα με εσένα πιστεύω δεν έχει αναγκαστικά κρυφή ψυχοπαθολογία από πίσω.' 'Μα η ισότητα είναι γεγονός, πως μπορεί να την αρνηθεί κανείς? μου απάντησαν με σθένος, εστιάζοντας στο πολιτικό παράδειγμα του ακροδεξιού. 'Για σένα είναι γεγονός, για κάποιον που έχει μεγαλώσει αλλιώς δεν είναι!' είπα. Δεν ξέρω αν οι υπόλοιποι κατάλαβαν από τα λόγια μου πως προσπαθούσα να υποστηρίξω την ιδεολογία, μα ουσιαστικά υποστήριζα το δικαίωμα του καθενός να πιστεύει ότι θέλει, χωρίς να δέχεται κριτική για αυτό στην θεραπεία. 'Θα σου φέρω έναν βιολόγο να στο αποδείξει!' φώναξε ένας. 'Δουλειά του θεραπευτή είναι να διορθώνει τέτοια προβλήματα!' φώναξε μια. 'Όχι, δουλειά του πολιτικού επιστήμονα είναι να εξηγεί τον φασισμό και τα όσα σχετίζονται με αυτόν, όχι του θεραπευτή. Όποιος θεωρεί τον εαυτό του αλάθητο μπορεί να ξεκινήσει αμέσως να διορθώνει και τους υπόλοιπους!' είπα με κάπως επιθετικό ύφος.
Η κουβέντα συνεχίστηκε σε παρόμοιο τόνο για ώρα. Οι μισοί της αίθουσας υποστήριζαν πως είναι δουλειά του θεραπευτή να βρίσκει την παθολογία πίσω από κάποια (διαφορετικά από τα δικά μας) πιστεύω και να την 'διορθώνει', ενώ οι υπόλοιποι έλεγαν πως ένα χαρακτηριστικό από μόνο του, όπως μια πεποίθηση, δεν σημαίνει απαραίτητα παθολογία. Η 'λεκτική αναμέτρηση' δεν ήταν τόσο ενδιαφέρουσα ή τόσο πετυχημένη, μα αποκάλυψε πολλά!
Κάποια στιγμή, η εισηγήτρια, χωρίς να παίρνει θέση, εξήγησε: 'Πως θα δουλέψεις με κάποιον που έχει βλάψει άλλους, που έχει βιάσει, που έχει σκοτώσει αν τα πιστεύεις αυτά? Πως θα του προσφέρεις ειλικρινή αποδοχή?΄ Δεν φάνηκε να έπεισε και κουβέντα συνεχίστηκε ανεξέλεγκτα.
Μετά από κάποιο δυναμικό σχόλιο, η κοπέλα που ξεκίνησε την συζήτηση είπε 'Δεν θεωρείται ότι πρέπει να κοιτάξουμε τι κρύβεται πίσω από τόσο άθλια πιστεύω?' (είχαμε παραμείνει στο πολιτικό παράδειγμα). 'Ίσως εσύ πρέπει να κοιτάξεις' της είπα 'την ανάγκη σου να συμφωνούν όλοι με τις απόψεις σου και να το δουλέψεις στην εποπτεία, αντί να δουλέψεις ως θεραπεύτρια τα διαφορετικά πιστεύω του άλλου'. Σώπασε. Χάρηκα- νόμιζα ότι έπεισα. Ένα δευτερόλεπτο μετά όμως, μια τρομακτική σκέψη πέρασε από το μυαλό μου: ίσως και εγώ πρέπει να δουλέψω στην εποπτεία γιατί θεωρώ απαραίτητο να έχουν όλοι οι θεραπευτές αποδοχή και κατανόηση, και γιατί κατάφερε έστω και λίγο να με νευριάσει με τα λόγια της εκείνη η κοπέλα με την ψιλή φωνή.
Ο διάλογος μπορεί να μην ήταν τόσο βαθύς, μα με οδήγησε σε πολλές σκέψεις. Αποδοχή σημαίνει η απόλυτη κατανόηση ότι ο άλλος είναι αυτός που είναι. Ως θεραπευτές, δουλειά μας δεν είναι να το παίζουμε θεοί και ανώτερα όντα που διορθώνουν σε κάποια μορφή φτηνής ψυχοεκπαίδευσης, μα να δείχνουμε στο άτομο ότι όπως και αν είναι μπορεί να δουλέψει με τα όσα κάνουν εκείνο δυσλειτουργικό και μπορεί να οδηγηθεί στο να καλύπτει τις ανάγκες του μόνο του.
Αν εκείνη η κοπέλα είχε κάποιον ακροδεξιό ως πελάτη δεν θα το κατάφερνε, το ίδιο και εγώ αν είχα αυτή την κοπέλα. Έτσι λοιπόν καταλήγω στο ότι, ακριβώς όπως είπε η εισηγήτρια, ο κάθε θεραπευτής έχει το δικό του προσωπικό όριο αποδοχής και κατανόησης. Εμένα μπορεί να μου φαίνεται πιο εύκολο να αποδεχθώ ακόμα και ανθρώπους που έχουν σκοτώσει ή έχουν βιάσει (που είναι και φοβία μου, όπως σε άλλες γυναίκες), μα να αδυνατώ να κατανοήσω έναν θεραπευτή που θέλει να 'διορθώσει'. Και ακριβώς το σημείο όπου μπαίνει η κριτική, έστω και άθελά μας, έστω και μηδαμινά, εκεί πρέπει να παραπεμφθεί και ο πελάτης. Γιατί ψυχοθεραπευτική δουλειά δεν θα γίνει.
Γιατί η αποδοχή δεν πάει σε επίπεδα, είναι ολοκληρωτική, χωρίς όρους- όπως εξαίσια το έχει θέσει ο Rogers χρόνια τώρα, unconditional positive regard!
Από την μία, είμαστε άνθρωποι οπότε και δεν μπορούμε να διαχειριστούμε εντελώς τις πεποιθήσεις μας και τα συναισθήματα γύρω από αυτές. Ακόμη και οι θεραπευτές, που κυριολεκτικά δουλειά τους είναι να αποδέχονται, δεν μπορούν να το πετύχουν πάντοτε απόλυτα. Από την άλλη βέβαια, όσο περισσότερη αποδοχή έχει καταφέρει να επιτύχει ένα άτομο, τόσο πιο πιθανό είναι να την εκδηλώνει σε πολλούς και διαφορετικούς τομείς.
Ίσως λοιπόν, καταλήγοντας την σκέψη μου, να ήταν καλό να αφήσουμε τις τεχνικές και τις δραστηριότητες στην άκρη για λίγο, και να εστιάσουμε στην ουσία- την κατανόηση και την βοήθεια, στις ανάγκες του ατόμου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου