Στο 26ο Φεστιβάλ Βριλησσίων, παρακολουθήσαμε την τραγωδία του Ευριπίδη 'Ιφιγένεια Εν Αυλίδι', στο θέατρο Αλίκη Βουγιουκλάκη.
Η παράσταση που διασκευάστηκε και σκηνοθετήθηκε από τον Αιμίλιο Χειλάκη και τον Μανώλη Δούνια, έχει αποσπάσει ιδιαίτερα καλές κριτικές καθ' όλη την πορεία της. Η μικρή και δυναμική ομάδα από συντελεστές, αποτελούνταν από την μετάφραση του Γ. Μπλάνα, την μουσική του Σ. Κραουνάκη, και τις ερμηνίες των Χειλάκη, Α. Μαξίμου και Λ. Παπαληγούρα, μαζί με ένα αρμονικό σύνολο χορού.
Σκηνοθετικά, η παράσταση έχει κάποια έντονα στοιχεία που την έκαναν να ξεχωρίσει: η ακινησία των ηθοποιών και η μετακίνησή τους πάνω σε αντικείμενα του σκηνικού, σε συνδυασμό με τα λευκά κοστούμια και το λευκό χρώμα στο πρόσωπο, προσέδιδαν μια αυστηρή αύρα που θύμιζε κάτι ακαθόριστο από αρχαία τραγωδία, ενώ ταυτόχρονα επέτρεπε σε νοήματα να εκδηλωθούν μέσα από τις σχέσεις κίνησης/ ακινησίας, και στάσεων μεταξύ των ηθοποιών. Οι τρεις ηθοποιοί που είχαν αναλάβει από έναν κεντρικό και έναν συμπληρωματικό ρόλο ο καθένας, μπόρεσαν να αναλύσουν εις βάθος τις εσωτερικές διαμάχες των χαρακτήρων τόσο μέσω της υποκριτικής τους δεξιότητας, όσο και μέσα από διάλογο κινήσεων και στάσεων. Το ακορντεόν που συνόδευε έδινε ένα ακόμα πιο έντονο κλίμα.
Η παράσταση θύμισε κάποιες λειτουργίες της τέχνης: και ως κείμενο και ως απόδοση, άνοιξε διόδους προς την κατανόηση του εαυτού- αποτέλεσε ερέθισμα για αναγνώριση εσωτερικών καταστάσεων και αισθημάτων του εαυτού και των άλλων. Ταυτόχρονα, αποκατέστησε την ισορροπία των εσωτερικών διαμαχών, προσφέροντας στον θεατή την ελπίδα και την κάθαρση που αναζητά κανείς μέσα από την τέχνη. Τέλος, ως αρχαία τραγωδία, μπόρεσε να ανασύρει στους θεατές γιουγκιανά αρχέτυπα, και ξύπνησε αισθήματα συλλογικού ασυνειδήτου.
Armstrong, J., de Botton, A., (2013). Η Τέχνη ως Θεραπεία, Αθήνα, Εκδόσεις Πατάκη
Η παράσταση που διασκευάστηκε και σκηνοθετήθηκε από τον Αιμίλιο Χειλάκη και τον Μανώλη Δούνια, έχει αποσπάσει ιδιαίτερα καλές κριτικές καθ' όλη την πορεία της. Η μικρή και δυναμική ομάδα από συντελεστές, αποτελούνταν από την μετάφραση του Γ. Μπλάνα, την μουσική του Σ. Κραουνάκη, και τις ερμηνίες των Χειλάκη, Α. Μαξίμου και Λ. Παπαληγούρα, μαζί με ένα αρμονικό σύνολο χορού.
Σκηνοθετικά, η παράσταση έχει κάποια έντονα στοιχεία που την έκαναν να ξεχωρίσει: η ακινησία των ηθοποιών και η μετακίνησή τους πάνω σε αντικείμενα του σκηνικού, σε συνδυασμό με τα λευκά κοστούμια και το λευκό χρώμα στο πρόσωπο, προσέδιδαν μια αυστηρή αύρα που θύμιζε κάτι ακαθόριστο από αρχαία τραγωδία, ενώ ταυτόχρονα επέτρεπε σε νοήματα να εκδηλωθούν μέσα από τις σχέσεις κίνησης/ ακινησίας, και στάσεων μεταξύ των ηθοποιών. Οι τρεις ηθοποιοί που είχαν αναλάβει από έναν κεντρικό και έναν συμπληρωματικό ρόλο ο καθένας, μπόρεσαν να αναλύσουν εις βάθος τις εσωτερικές διαμάχες των χαρακτήρων τόσο μέσω της υποκριτικής τους δεξιότητας, όσο και μέσα από διάλογο κινήσεων και στάσεων. Το ακορντεόν που συνόδευε έδινε ένα ακόμα πιο έντονο κλίμα.
Η παράσταση θύμισε κάποιες λειτουργίες της τέχνης: και ως κείμενο και ως απόδοση, άνοιξε διόδους προς την κατανόηση του εαυτού- αποτέλεσε ερέθισμα για αναγνώριση εσωτερικών καταστάσεων και αισθημάτων του εαυτού και των άλλων. Ταυτόχρονα, αποκατέστησε την ισορροπία των εσωτερικών διαμαχών, προσφέροντας στον θεατή την ελπίδα και την κάθαρση που αναζητά κανείς μέσα από την τέχνη. Τέλος, ως αρχαία τραγωδία, μπόρεσε να ανασύρει στους θεατές γιουγκιανά αρχέτυπα, και ξύπνησε αισθήματα συλλογικού ασυνειδήτου.
Armstrong, J., de Botton, A., (2013). Η Τέχνη ως Θεραπεία, Αθήνα, Εκδόσεις Πατάκη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου